ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΥΠΝΟΥ ΣΤΑ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΔΑΦ: ΑΙΤΙΑ, ΕΙΔΗ, ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ, ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Γράφει η Μαρία (Μαριάννα) Βενιεράκη, MSc Ψυχολόγος

Ο ύπνος αποτελεί μια βασική ψυχοβιολογική λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού και είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της καλής σωματικής και ψυχικής υγείας. Ο επαρκής και ποιοτικός ύπνος παίζει καταλυτικό ρόλο στην ανάπτυξη των παιδιών, ενισχύει την καλή λειτουργία του νευρικού και ανοσοποιητικού συστήματος, προωθεί την επιδιόρθωση και αναγέννηση των κυττάρων, αυξάνει τη συγκέντρωση, τη γνωστική ευελιξία, την επίλυση προβλημάτων, τη λήψη αποφάσεων και την παραγωγικότητα, παγιώνει τη μνήμη και την εκμάθηση πληροφοριών, βοηθάει στη ρύθμιση των συναισθημάτων και βελτιώνει τη διάθεση και την κοινωνική συμπεριφορά. Ανεξαρτήτως ηλικίας, ο καλός ύπνος δεν είναι δεδομένος για όλους. Τα άτομα με Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ)  παρουσιάζουν πολύ συχνά χρόνια προβλήματα ύπνου τόσο κατά την έλευσή του όσο και στα διάφορα στάδιά του, τα οποία αφορούν στην ποιότητα, την ποσότητα και το χρονοδιάγραμμα του ύπνου.  Παρότι τα προβλήματα ύπνου αποτελούν πηγή ανησυχίας για τα άτομα με ΔΑΦ και τις οικογένειές τους, είναι μια από τις λιγότερο μελετημένες πτυχές του αυτισμού.

 1. Γιατί τα άτομα με ΔΑΦ παρουσιάζουν προβλήματα ύπνου;

Τα αίτια που καθιστούν τα άτομα με ΔΑΦ επιρρεπή στα προβλήματα ύπνου δεν έχουν σαφώς προσδιοριστεί. Oι επιστήμονες συμφωνούν ότι είναι πολυπαραγοντικά και σχετίζονται με γενετικούς, νευροβιολογικούς, αναπτυξιακούς, ιατρικούς, ψυχολογικούς, κοινωνικούς-περιβαλλοντικούς και οικογενειακούς παράγοντες, οι οποίοι αλληλεπιδρούν μεταξύ τους με πολύπλοκους τρόπους, καθώς και με πρακτικές που υιοθετούν οι γονείς για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, οι οποίες δεν ευνοούν τον καλό ύπνο.    

Αναλυτικότερα, τα αίτια των προβλημάτων ύπνου στα άτομα με ΔΑΦ συνήθως εντοπίζονται σε:

  • γενετικές ή μεταβολικές ανωμαλίες,
  • νευρολογικές διαταραχές, όπως η επιληψία
  • αισθητηριακά προβλήματα (π.χ., αυξημένη ευαισθησία στο φως, σε συγκεκριμένους ήχους ή σε συγκεκριμένες υφές ή χρώματα υφασμάτων)
  • ασθένειες (πχ., μέση ωτίτιδα), τροφικές αλλεργίες, αυξημένη ευαισθησία στην καφεΐνη και άλλα διεγερτικά ή λήψη φαρμάκων που επηρεάζουν τον ύπνο
  • κατάθλιψη, άγχος ή υπερκινητικότητα/Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής Υπερκινητικότητας (ΔΕΠ-Υ)
  • αναπτυξιακή καθυστέρηση ή έλλειμμα στην κατάκτηση των αναμενόμενων συνηθειών και μοτίβων ύπνου σε κάθε ηλικία
  • κακές συνήθειες ύπνου και ελλιπής φυσική δραστηριότητα στη διάρκεια της ημέρας
  • δυσκολία στο να αντιληφθούν τα κοινωνικά σήματα (π.χ., ότι τα λοιπά μέλη της οικογένειας ετοιμάζονται για ύπνο) και δυσκολία να επικοινωνήσουν την ανάγκη τους για ύπνο
  • προσκόλληση σε συγκεκριμένες ρουτίνες, τελετουργικές συμπεριφορές και αγαπημένα αντικείμενα ή πρόσωπα, χωρίς τα οποία αναστατώνονται και δεν μπορούν εύκολα να μεταβούν στον ύπνο
  • ελλιπή εκπαίδευση ύπνου των παιδιών από τους γονείς τους και δυσκολία θέσπισης και εφαρμογής ορίων αναφορικά με το ύπνο τους

 2. Ποια προβλήματα ύπνου ενδέχεται να παρουσιάζουν τα άτομα με ΔΑΦ;

Tα προβλήματα ύπνου στα άτομα με ΔΑΦ καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα και σχετίζονται κυρίως με τη φυσιολογία, αλλά προκύπτουν και ως αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης της συμπεριφοράς, του περιβάλλοντος και διαφόρων ψυχοκοινωνικών παραγόντων.

Τα προβλήματα ύπνου που ενδέχεται να παρουσιάζουν τα άτομα με ΔΑΦ είναι τα εξής:

  • αϋπνία, δηλαδή καθυστέρηση στο να αποκοιμηθούν, συχνές αφυπνίσεις στη διάρκεια της νύχτας, δυσκολία να ξανακοιμηθούν, πρόωρη πρωινή αφύπνιση
  • υπερυπνία, το αντίθετο της αϋπνίας, δηλαδή παρατεταμένος ύπνος (π.χ., για 10 ώρες ή περισσότερο), ενώ ξυπνούν χωρίς αίσθημα ξεκούρασης ή ευεξίας
  • υπνική άπνοια, δηλαδή τα συχνά επεισόδια άπνοιας κατά τη διάρκεια του ύπνου, τα οποία μπορεί να συνοδεύουν ροχαλητό
  • σύνδρομο των ανήσυχων ποδιών (RLS)
  • διαταραχή περιοδικών κινήσεων των άκρων (PLMD) (π.χ., σπασμοί, κλοτσιές, λύγισμα του πέλματος)
  • διαταραχές του κιρκαδιανού ρυθμού (βιολογικό ρολόι), δηλαδή έλλειψη συγχρονισμού του ορμονικού κύκλου ύπνου-αφύπνισης
  • παραϋπνίες, όπως:

 -υπνοβασία

-νυχτερινοί τρόμοι

-υπνολαλία (το γνωστό παραμιλητό)

υχτερινή ενούρηση

-βρουξισμός/βρυγμός (σφίξιμο, τρίξιμο ή χτύπημα των δοντιών)

ιαταραχή της συμπεριφοράς του ύπνου REM (RBD), δηλαδή κινητική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια του ονείρου   

-εφιάλτες 

  • μειωμένη διάρκεια του ύπνου REM
  • άγχος για τον ύπνο και νυχτερινοί φόβοι (π.χ., φόβος για το σκοτάδι και τα τέρατα)
  • άρνηση ή αντίσταση να προετοιμαστούν και να πάνε για ύπνο (κυρίως τα παιδιά), να κοιμηθούν μόνα τους ή να κοιμηθούν μαζί με κάποιον άλλον χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία

 3. Πόσο συχνά είναι τα προβλήματα ύπνου στα άτομα με ΔΑΦ;

Τα άτομα με ΔΑΦ αντιμετωπίζουν προβλήματα ύπνου τουλάχιστον δύο φορές συχνότερα σε σύγκριση με τα άτομα τυπικής ανάπτυξης ή με άλλες αναπτυξιακές διαταραχές. Στα παιδιά και τους εφήβους με ΔΑΦ, τα προβλήματα ύπνου ανέρχονται περίπου στο 40-80% και φαίνεται να μειώνονται με την ηλικία, ενώ ο κίνδυνος εμφάνισής τους τείνει να είναι υψηλότερος και ο βαθμός σοβαρότητάς τους μεγαλύτερος στα άτομα χαμηλής λειτουργικότητας.

Γενικά, τα παιδιά και οι έφηβοι υποφέρουν περισσότερο από αϋπνίες, και στα παιδιά ακολουθούν ο νυχτερινός τρόμος και η υπνοβασία. Επιπλέον, εμφανίζουν υψηλά ποσοστά άρνησης να πάνε για ύπνο, άγχους για τον ύπνο, δυσκολίας να ξυπνήσουν το πρωί, και υπνηλίας στη διάρκεια της ημέρας. Και οι ενήλικες πάσχουν κυρίως από αϋπνίες, και ακολουθούν οι υπνικές άπνοιες, οι εφιάλτες και το σύνδρομο των ανήσυχων ποδιών.

Αναφορικά με το φύλο, δεν έχει προσδιοριστεί σαφώς η αναλογία ανδρών-γυναικών με ΔΑΦ που εμφανίζουν προβλήματα ύπνου, καθώς οι σχετικές μελέτες είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Ειδικά για τα κορίτσια στην εφηβεία και τις γυναίκες, οι μελέτες είναι ανύπαρκτες, αλλά και στις ήδη υπάρχουσες, τα αποτελέσματα είναι αντιφατικά. 

 4. Πώς επηρεάζουν τα προβλήματα ύπνου τα άτομα με ΔΑΦ;

Τα προβλήματα ύπνου έχουν βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες στα άτομα με ΔΑΦ, εμποδίζοντας τη λειτουργικότητά τους σε όλους τους τομείς της ζωής τους, και θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία τους. Κυρίως όταν εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης, οι επιπτώσεις που συνεπάγονται τείνουν να γίνονται χρόνιες.  

Συγκεκριμένα, τα άτομα με ΔΑΦ που πάσχουν από προβλήματα ύπνου παρουσιάζουν κόπωση ή μειωμένη ενέργεια, και υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας, και μάλιστα τα παιδιά ενδέχεται να αποκοιμιούνται στο σχολείο. Επίσης, εμφανίζουν άγχος, κατάθλιψη, ευερεθιστότητα, και γενικά δυσκολία αναφορικά με τη ρύθμιση του συναισθήματος, καθώς και δυσχέρεια στην προσοχή, τη συγκέντρωση, την εργαζόμενη μνήμη και τη μάθηση. Συχνά δε, εκδηλώνουν παρορμητικότητα, υπερκινητικότητα και επιθετική συμπεριφορά, και, κατά συνέπεια, έκπτωση στις κοινωνικές δεξιότητες και τη σύναψη και διατήρηση φιλικών σχέσεων. Πολλοί ενήλικες έχουν αναφέρει επιπτώσεις και στον επαγγελματικό τομέα, όπως καθυστερημένη άφιξη στον χώρο εργασίας και μειωμένη εργασιακή απόδοση, γεγονός που ενδεχομένως συνεπάγεται ασυνέπεια στην εξόφληση των λογαριασμών και των οφειλών τους αλλά και γενικότερες οικονομικές δυσκολίες. Στα παιδιά, ο κακός ύπνος έχει ακόμα συνδεθεί με περιορισμένο προσληπτικό λεξιλόγιο και χαμηλές επιδόσεις στα τεστ νοημοσύνης. Η δε αντίστασή τους να πάνε για ύπνο και οι συχνές αφυπνίσεις στη διάρκεια της νύχτας έχουν συνδεθεί με μειωμένη όρεξη για φαγητό και καθυστέρηση στην ανάπτυξη.

Επίσης, η κακή ποιότητα ύπνου στα άτομα με ΔΑΦ έχει επιπλέον συσχετιστεί με πρωινούς πονοκεφάλους, προβλήματα όρασης, προβλήματα στο ανώτερο αναπνευστικό σύστημα, καθώς και προβλήματα τα οποία παρατηρούνται και στα άτομα τυπικής ανάπτυξης που στερούνται καλού ύπνου, όπως καρδιαγγειακά νοσήματα και ενδοκρινολογικές παθήσεις (π.χ., ο σακχαρώδης διαβήτης).

Σημειώνεται ότι, σε αρκετές περιπτώσεις, τα προβλήματα ύπνου ενδέχεται να επιτείνουν ορισμένα από τα συμπτώματα της ΔΑΦ, γεγονός που καθιστά στη συνέχεια τη διαδικασία του ύπνου ακόμα πιο δύσκολη. Για παράδειγμα, διάφορες μελέτες έχουν συσχετίσει τη βραχεία διάρκεια ύπνου με τη μείωση της ευελιξίας της σκέψης, παράλληλα με υψηλότερα ποσοστά στερεοτυπικών συμπεριφορών και ανάγκης για ομοιομορφία και ρουτίνα.

Τέλος, έχει βρεθεί υψηλή συσχέτιση ανάμεσα στα προβλήματα ύπνου των παιδιών με ΔΑΦ και την εμφάνιση στρες και άγχους στους γονείς τους (κυρίως στις μητέρες), καθώς ο ύπνος τους συχνά διακόπτεται, με αποτέλεσμα να βιώνουν και οι ίδιοι υπνηλία στη διάρκεια της ημέρας. Αλλά και στην περίπτωση των ενηλίκων με ΔΑΦ, τα προβλήματα ύπνου μπορεί να δημιουργήσουν ενόχληση στους συντρόφους τους και τις οικογένειές τους.

Συμπερασματικά, τα προβλήματα ύπνου αποτελούν ένα πολύ συχνό και προεξάρχον πρόβλημα για τα άτομα με ΔΑΦ, δημιουργώντας σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις σε όλους τους τομείς της ζωής τους και θέτοντας σε κίνδυνο τη σωματική και ψυχική υγεία τόσο των ίδιων όσο και των οικογενειών τους. Παρ’ όλα αυτά, έχουν μελετηθεί ελάχιστα και σε πολλές περιπτώσεις παραμένουν αδιάγνωστα, με αποτέλεσμα οι πάσχοντες να μη λαμβάνουν την κατάλληλη βοήθεια.

Εκτύπωση