ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΙΔΙΟΜΟΡΦΙΕΣ ΣΕ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΑΥΤΙΣΜΟ
Γράφει η Εύα Ζέλου, Λογοθεραπεύτρια
- Ποια είναι τα επίπεδα που συνθέτουν το λόγο;
Με τον όρο «επίπεδα του λόγου» εννοούμε τη δομή, το περιεχόμενο και τη χρήση. Η δομή του λόγου αναφέρεται στην άρθρωση, τη μορφολογία και τη σύνταξη. Το περιεχόμενο του λόγου αφορά τη σημασιολογία, την ικανότητά μας να χρησιμοποιούμε τις κατάλληλες λέξεις στις κατάλληλες συνθήκες. Τέλος, η χρήση του λόγου (πραγματολογία – μεταφορικός λόγος), αφορά τον τρόπο που τον χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητά μας, προκειμένου να επικοινωνήσουμε ικανοποιητικά με τους άλλους.
2. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του λόγου σε άτομα με αυτισμό;
Τα άτομα με αυτισμό εμφανίζουν σοβαρές διαταραχές ή και ανομοιομορφία στην ανάπτυξη των επιπέδων του λόγου. Συγκεκριμένα, παρατηρείται καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου ή και παντελής έλλειψή του. Ένα άτομο που ανήκει στο φάσμα του αυτισμού μπορεί να παρουσιάζει τυπική ικανότητα σε κάποιο από τα επίπεδα του λόγου και να μειονεκτεί σοβαρά σε άλλο. Ακόμα και σε περιπτώσεις όπου αναπτύσσεται ο λόγος, παρατηρείται ιδιόμορφη χρήση του και σε αρκετές περιπτώσεις, η χρήση των λέξεων δεν ανταποκρίνεται στο πραγματικό τους νόημα.
Παραδείγματα:
Ο Πάνος γνωρίζει και χρησιμοποιεί πολύ εξειδικευμένο λεξιλόγιο (για παράδειγμα, μιλάει για το σύμπαν), ωστόσο, δεν γνωρίζει λεξιλόγιο οικείων αντικειμένων (π.χ. φλυτζάνι).
«Το αγαπημένο γλυκό του Μιχάλη είναι η σοκολάτα Kit Kat, την οποία ονομάζει “Σοκολάτα με πέντε κορυφές”».
3. Ποιες είναι οι πιο χαρακτηριστικές γλωσσικές ιδιορρυθμίες στα άτομα με αυτισμό;
Οι πιο χαρακτηριστικές γλωσσικές ιδιορρυθμίες που συναντώνται στο λόγο των ατόμων με αυτισμό είναι η ηχολαλία, η αντιστροφή των αντωνυμιών και η δυσκολία κατανόησης και χρήσης του μεταφορικού λόγου.
Παράδειγμα:
Ο Στέλιος αναστατώθηκε πάρα πολύ, όταν η αγαπημένη του φίλη, του είπε: «Είσαι τόσο γλυκός που θέλω να σε φάω.» Στη θεραπεία του εξέφρασε την αναστάτωσή του, προβληματισμένος για το πως μπορεί να γίνει αυτό και αν αυτό σημαίνει, ότι θα πάψει να υπάρχει.
4. Που οφείλεται η ιδιοσυγκρασιακή ομιλία των ατόμων με αυτισμό;
Η ιδιοσυγκρασιακή ομιλία σχετίζεται με επικοινωνιακά ελλείμματα, που έχουν τα άτομα με αυτισμό και υποδηλώνει περισσότερο έλλειψη ενδιαφέροντος ή ανάγκης αλληλεπίδρασης με τα πρόσωπα του περιβάλλοντός τους. Αυτή η έλλειψη ενδιαφέροντος υπερτονίζει την αδυναμία, που παρατηρείται στο μεγαλύτερο ποσοστό ατόμων με αυτισμό, να εκτιμήσουν τι είναι αυτό που ο συνομιλητής τους καταλαβαίνει, ανάλογα με την ηλικία του, την κοινωνική του θέση, την εκπαίδευσή του και άλλους κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες.
Έτσι, οι πληροφορίες που μεταφέρουν, μπορεί να μην είναι κατάλληλες για ένα συγκεκριμένο συνομιλητή, να είναι λεπτομερείς σε βαθμό που προκαλούν «κούραση» και χωρίς να προσδίδουν κάτι σημαντικό στην αλληλεπίδραση, ή ακόμα και αποσπασματικές που δεν καταλήγουν σε ένα σαφή λόγο.
Παραδείγματα:
Στο Νίκο αρέσει πολύ να αναφέρει τα δρομολόγια του τραμ και να απαριθμεί κάθε φορά τις στάσεις. Όταν ο συνομιλητής του τού δηλώσει, ότι δεν τον ενδιαφέρει και εκείνον αυτό το θέμα ή ότι δεν θέλει να μάθει γι’ αυτό, ο Νίκος δηλώνει «Το ξέρω: Αλλά μου αρέσει εμένα και πρέπει να τα πω.»
Ο Παναγιώτης ανταποκρίνεται σε διάλογο, μιμούμενος πάντα την προσωδία του συνομιλητή του, με αποτέλεσμα οι απαντήσεις του να έχουν μορφή ερώτησης, όπως «Τι έφαγες σήμερα;» - «Μακαρόνια;».
5. Γιατί τα άτομα με αυτισμό δυσκολεύονται στη χρήση αντωνυμιών;
Οι δυσκολίες στη χρήση κυρίως του πρώτου και δεύτερου προσώπου των προσωπικών αντωνυμιών είναι χαρακτηριστικές στην ομάδα των ατόμων, που ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού και αναπτύσσουν προφορική ομιλία. Για τον εαυτό τους μπορεί να χρησιμοποιούν τις αντωνυμίες «εσύ», «αυτός», «αυτή» ή ακόμα και το όνομά τους σαν αντανάκλαση του τρόπου, που απευθύνονται οι άλλοι σε αυτούς.
Το φαινόμενο αυτό συνδέεται με ελλείμματα που υπάρχουν στη γενικότερη σκέψη και τη νοητική ευκαμψία. Κατά τη διάρκεια μιας αλληλεπίδρασης, τα τυπικώς αναπτυσσόμενα άτομα λαμβάνουν υπόψη τους ταυτόχρονα μεγαλύτερο πλήθος πληροφοριών. Αυτό τους επιτρέπει, να αντιλαμβάνονται τον τρόπο που οι αντωνυμίες εναλλάσσονται σε μία συζήτηση ανάλογα με το τι έχει λεχθεί προηγουμένως ή με το τι πρόκειται να ειπωθεί.
Έτσι, είναι σε θέση να διαλέξουν το ουσιαστικό ή την αντωνυμία που εξυπηρετεί τη συνοχή της συζήτησης. Τα άτομα με αυτισμό αντιλαμβάνονται περισσότερο την τοπική και όχι τόσο τη σφαιρική συνοχή μίας συζήτησης, με αποτέλεσμα οι πληροφορίες που συνδυάζουν να είναι περιορισμένες, σε αντίθεση με αυτό που αποτελεί τη βασική αρχή για την ορθή χρήση των αντωνυμιών, που είναι η κατανόηση της θέσης των συνομιλητών σε μία συζήτηση.
Παράδειγμα:
Ο Γιώργος μιλάει για τον εαυτό του σε γ’ ενικό πρόσωπο, ζητώντας τα αγαπημένο του παιχνίδι «Θέλει αυτοκίνητο.» και ακόμα και όταν ερωτηθεί «Ποιος θέλει το αυτοκίνητο;», απαντάει: «Ο Γιώργος.».
6. Υπάρχουν δυσκολίες στη γραμματική;
Πολύ συχνά, άτομα με αυτισμό αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη γραμματική που αφορούν τη σωστή χρήση των χρόνων. Η συγκεκριμένη δυσκολία δεν αποτελεί έλλειμμα στη γραμματική, αλλά προκύπτει δευτερογενώς από τη δυσκολία αντίληψης του κατάλληλου τρόπου χρήσης των χρόνων σε σχέση με τον τόπο και το χρόνο που λαμβάνει χώρα η αλληλεπίδραση.
Παράδειγμα:
Ο Σπύρος όταν ρωτάται «Τι κάνεις;» απαντάει «Είσαι καλά».
7. Τι είναι η ηχολαλία και με ποιο τρόπο χρησιμοποιείται από τα άτομα με αυτισμό;
Ηχολαλία είναι η κυριολεκτική επανάληψη λέξεων ή φράσεων, που έχει πει κάποιος εκείνη την στιγμή (άμεση ηχολαλία) ή που είχε λεχθεί σε ανύποπτο χρόνο (ετεροχρονισμένη ηχολαλία), χωρίς το άτομο που ηχολαλεί να έχει κατανοήσει τα λεγόμενα αυτά.
Η ηχολαλία είναι ένα συχνό χαρακτηριστικό του λόγου σε άτομα με αυτισμό λόγω των δυσκολιών, που παρουσιάζουν στην κατανόηση και μπορεί να θεωρηθεί ως προσπάθεια επικοινωνίας ή ως παιχνίδι με τη γλώσσα.
Συχνά η ηχολαλία, άμεση ή ετεροχρονισμένη, δεν αποτελεί μια χρήση της γλώσσας που στερείται νοήματος, όπως πιστευόταν κάποτε, αλλά μια προσπάθεια του ατόμου να ελέγξει μία κατάσταση με περιορισμένα διαθέσιμα μέσα. Επίσης, οι τυπικώς αναπτυσσόμενοι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν συνεχώς νέους συνδυασμούς λέξεων και προτάσεων και να τους προσαρμόζουν στις μεταβαλλόμενες συνθήκες που προκύπτουν σε μία αλληλεπίδραση και στα ενδιαφέροντα του συνομιλητή τους.
Αυτή η ευκαμψία της σκέψης συναντάται σπάνια στα άτομα με αυτισμό, ακόμα και σε αυτά που διαθέτουν νοημοσύνη ανώτερη του φυσιολογικού. Έτσι, καταφεύγουν αδιάκριτα στη χρήση εκφράσεων και προτάσεων που έχουν μάθει απέξω, χωρίς να είναι σε θέση να τις αναλύσουν ως προς το νόημά τους ή να τις «μεταφράσουν», με σκοπό τη συνδιαλλαγή τους με τους άλλους.
Παράδειγμα:
Ο Νικόλας χρησιμοποιεί τον εκφραστικό λόγο αυθόρμητα. Όταν του τεθεί μία ερώτηση που δεν κατανοεί, η ανταπόκρισή του είναι να ηχολαλήσει την ερώτηση αυτή ή να ηχολαλήσει κάποια ερώτηση που άκουσε μέσα στη μέρα από το περιβάλλον του ή από κάποιο πρόγραμμα που είδε στην τηλεόραση.