ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΔΑΦ ΑΠΟ ΑΛΛΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ - ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

 

Γράφει ο Δρ. Ιωάννης Σύρος, Παιδοψυχίατρος, Παιδοψυχιατρική Πανεπιστημιακή Κλινική Νοσ. Παίδων “Η Αγία Σοφία”

Οι παρακάτω ερωτήσεις και απαντήσεις έχουν συλλεγεί στη διάρκεια της κλινικής μου εμπειρίας και πρακτικής , κυρίως απαντώντας σε ανάλογες ερωτήσεις των γονέων.

  1. Το παιδί μου έχει φτωχό λεξιλόγιο και καθυστέρησε να μιλήσει. Θα πρέπει να ανησυχήσω ότι βρίσκεται στο φάσμα του Αυτισμού;

Η καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου αποτελεί ένα μόλις από τα ποικίλα γνωρίσματα που ενδεχομένως να εντοπίσει ο κλινικός κατά τη διαγνωστική διερεύνηση του παιδιού με Διαταραχή του Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ). Πάρα ταύτα, η καθυστέρηση στο λόγο μπορεί να οφείλεται σε ειδική αναπτυξιακή διαταραχή της γλώσσας. Στις περιπτώσεις αυτές, είναι απαραίτητη η Λογοθεραπευτική αξιολόγηση καθώς και η διεξαγωγή ωτορινολαρυγγολογικής -ΩΡΛ- εκτίμησης, προκειμένου να αποκλεισθεί η ύπαρξη ή συνύπαρξη βαρηκοΐας .

  1. Το παιδί μου δυσκολεύεται στην κοινωνικοποίηση και στη δημιουργία παρέας, είναι πιθανό να παρουσιάζει αυτισμό ;

Η δυσκολία στηv κοινωνική συναλλαγή εντοπίζεται όχι μόνο σε άτομα  με ΔΑΦ, αλλά και σε άλλες συναισθηματικές διαταραχές. Ενδεικτικά, εντοπίζεται και στη Διαταραχή του Κοινωνικού Άγχους, κατά την οποία το παιδί αγχώνεται όταν έρχεται αντιμέτωπο με διάφορες κοινωνικές συνθήκες, τις οποίες τείνει στη συνέχεια να αποφεύγει ή στην Εκλεκτική Αλαλία, κατά την οποία το παιδί αποτυγχάνει να μιλήσει σε ένα ή περισσότερα πλαίσια, συνηθέστατα στο σχολείο· και στις δύο αυτές καταστάσεις παρατηρούνται δυσκολίες στην κοινωνικοποίηση και στην κοινωνική ζωή. Έτσι, είναι σημαντικό να γίνει μία ενδελεχής διαγνωστική αξιολόγηση προκειμένου να αποσαφηνιστεί το υπόβαθρο στο οποίο εμφανίζονται οι δυσκολίες στην κοινωνικοποίηση και να τεθεί η διάγνωση της διαταραχής προκειμένου να προταθεί η κατάλληλη προσέγγιση θεραπείας και αποκατάστασης.

  1. Η παρουσία επαναληπτικών και περιορισμένων σκέψεων και συμπεριφορών σημαίνει πως ένα άτομο έχει ΔΑΦ;

Τα περιορισμένα και επαναληπτικά ενδιαφέροντα και σκέψεις, καθώς και οι επαναληπτικές και επίμονες συμπεριφορές ως απαντήσεις στις σκέψεις αυτές, συνιστούν συχνά συμπτώματα του αυτισμού. Παρόλα αυτά, οι συμπεριφορές αυτές μπορεί να συναντώνται στα πλαίσια και άλλων ψυχικών καταστάσεων, και πιο συχνά, στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή-ΙΔΨ.  Σημαντικό κριτήριο για να διακρίνουμε τις δύο αυτές διαγνωστικές καταστάσεις είναι η εναισθησία που έχει το άτομο για τις δυσκολίες αυτές: για παράδειγμα, ένα άτομο  με ΙΔΨ διαταραχή περιγράφει συχνά τις σκέψεις του αυτές ως παρείσακτες, υπερβολικές και παράλογες, σε αντίθεση με το άτομο με ΔΑΦ. Επιπλέον, σημαντικό είναι το κατά πόσο οι συμπεριφορές αυτές οδηγούν το άτομο σε ευχαρίστηση και το απαλλάσσουν από το άγχος, όπως  συμβαίνει στην περίπτωση των στερεοτυπιών που παρατηρούνται στα πλαίσια της ΔΑΦ, ή εάν μακροπρόθεσμα επιτείνουν το άγχος, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των καταναγκαστικών συμπεριφορών της ΙΔΨ διαταραχής. Επιπλέον, το περιεχόμενο των σκέψεων αυτών μπορεί να διαφέρει:  στην ΙΔΨ παρατηρούνται επαναληπτικές ιδέες (Ιδεοληψίες) περιεχομένου επιθετικότητας, μόλυνσης, σεξ, που σπάνια παρατηρούνται στην ΔΑΦ. Βέβαια, πολλές φορές η διάκριση είναι δυσχερής και σε κάθε περίπτωση απαιτείται μια αναλυτική παιδοψυχιατρική αξιολόγηση, ενώ δεν αποκλείεται η περίπτωση της συννοσηρότητας, δηλαδή της συνύπαρξης  των δύο αυτών διαταραχών.

  1. Ο Παιδίατρος αναφέρει ότι το παιδί μου έχει υπερκινητικότητα ή / και δυσκολία συγκέντρωσης, πιθανώς στα πλαίσια της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής - Υπερδραστηριότητας (ΔΕΠ-Υ), ενώ ο παιδοψυχίατρος αναφέρεται σε ΔΑΦ. Τι ισχύει;

Η υπερκινητικότητα και η διάσπαση της προσοχής αποτελούν κεντρικά (πυρηνικά) χαρακτηριστικά  της ΔΕΠ-Υ. Πρόκειται για διαταραχή κατά την οποία τα παιδιά εμφανίζουν μια σειρά από δυσκολίες που επηρεάζουν διάφορους τομείς της καθημερινότητάς τους, όπως το να ξεχνούν τα προσωπικά τους αντικείμενα και τα καθήκοντα τους, να αφήνουν στη μέση τις εργασίες τους, να δυσκολεύονται να οργανωθούν, να ακολουθήσουν οδηγίες, να παραμείνουν στην καρέκλα τους για όσο απαιτεί η περίσταση, να μιλούν πολύ, κ.α. Η ΔΕΠ-Υ είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που μπορεί να γίνει αντιληπτή από μικρή ηλικία, ενώ μια ανάλογη/παραπλήσια εικόνα μπορεί να παρατηρηθεί ενδεχομένως και σε ένα άτομο με ΔΑΦ. Κατά συνέπεια, ένα άτομο με αυτά τα γνωρίσματα μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο πρόκλησης για τον κλινικό γιατρό που καλείται να θέσει διάγνωση. Επιπλέον, η συνύπαρξη και των δύο διαταραχών, δηλαδή της ΔΕΠ-Υ και της ΔΑΦ, αποτελεί σήμερα μία βιβλιογραφικά τεκμηριωμένη πιθανότητα , η οποία δεν θα πρέπει να αποκλείεται εξορισμού. Σε  κάθε περίπτωση ,είναι πολύ χρήσιμο η διάγνωση να γίνεται στα πλαίσια διεπιστημονικής ομάδας, από έμπειρους ιατρούς ,που γνωρίζουν καλά την ΔΑΦ αλλά και τις άλλες διαταραχές από τις οποίες απαιτείται να διακριθεί ή να επιβεβαιωθεί ότι συνυπάρχει.

  1. Η νοητική υστέρηση αποτελεί χαρακτηριστικό του αυτισμού/ παρατηρείται σε κάθε περίπτωση αυτισμού;

Η συννοσηρότητα Νοητικής Υστέρησης με ΔΑΦ δεν διαπιστώνεται πάντοτε. Για την ακρίβεια, γνωρίζουμε σήμερα ότι περισσότερα από τα 2/3 των ατόμων με αυτισμό - το 68,4 % - έχουν φυσιολογική νοημοσύνη. Η απουσία ΝΥ συνιστά έναν κομβικό παράγοντα θετικής πρόγνωσης  και αναπτυξιακής εξέλιξης του παιδιού, σε συνδυασμό με την πλαισίωση της καθημερινότητας του με  πρόγραμμα αποκατάστασης και ειδικής αγωγής, καθώς επίσης και η συναισθηματική στήριξη (το «νοιάξιμο»)  από την οικογένεια.

  1. Υπάρχει περίπτωση τα συμπτώματα της ΔΑΦ που εντόπισε ο ειδικός να οφείλονται αποκλειστικά σε μένα και στην ελλιπή εκπαίδευση που έδωσα στο παιδί μου;

Ξεκάθαρα όχι. Αρκετά από τα συμπτώματα  που απαντώνται στις περιπτώσεις ΔΑΦ, όπως είναι ο φτωχός λόγος, τα κοινωνικά ελλείμματα, οι στερεοτυπίες και η δυσκολία στη συναισθηματική αυτορρύθμιση, μπορεί να προσομοιάζουν με την αναπτυξιακή εικόνα ενός παιδιού με ανασφαλή ή αποδιοργανωμένο δεσμό με τα πρόσωπα φροντίδας και των συνοδών φτωχών περιβαλλοντικών ερεθισμάτων που ενδεχομένως έχει λάβει. Εν τούτοις, η κατάσταση αυτή εμφανίζεται αποκλειστικά σε συνθήκες σοβαρής παραμέλησης εκ μέρους των κηδεμόνων, συνθήκες που απαντώνται σε παιδιά που διαβιούν σε ακραία περιβάλλοντα παραμέλησης, όπως για παράδειγμα σε περιπτώσεις σωματικής κακοποίησης ή διαβίωσης σε ιδρύματα.  Αυτού του τύπου τα αναπτυξιακά ελλείμματα σε σημαντικό βαθμό υποχωρούν και αναστρέφονται  όταν το παιδί απομακρυνθεί από το συγκεκριμένο περιβάλλον και βρεθεί σε ένα πλούσιο σε ερεθίσματα  και συναισθηματικά υποστηρικτικό περιβάλλον ανάπτυξης.

Εκτύπωση